- ὀλεσσιτύραννος
- ὀλεσσῐτύραννος [pron. full] [ῠ], ον,A destroying tyrants, AP15.50.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ολεσσιτύραννος — ὀλεσσιτύραννος, ον (Α) αυτός που εξολοθρεύει, που αφανίζει τους τυράννους. [ΕΤΥΜΟΛ. Σύνθ. τού τύπου τερψίμβροτος < θ. ολεσι τού ὄλλυμι (πρβλ. ἀπόλεσις, ὤλεσα) + τύραννος. Ο τ. με σσ αντί ολεσιτύραννος για μετρ. λόγους] … Dictionary of Greek
ὀλεσσιτύραννος — destroying tyrants masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)